Tuesday, October 22, 2013

Sound City- Η ιστορία μιας Κονσόλας



Το 1990 οι Nirvana έμπαιναν στα στούντιο Sound City στο Van Nuys της California για να ηχογραφίσουν το θρυλικό Nevermind. Εικοσι-κάτι χρόνια μετά, τα στούντιο έκλειναν, και ο ντράμερ των Nirvana (και κολημένος με την rock’n’roll μπάλα) Dave Grohl διέσωζε την θρυλική κονσόλα του στούντιο (μια 48κάναλη Neve 8078 της δεκαετίας του’70, μοντέλο που θεωρείται ότι καλύτερο όσον αφορά την αναλογική ηχογράφιση ακόμα και τώρα). Με αφορμή αυτή την κονσόλα, λοιπόν, αποφάσισε να κάνει και μία ιστορική αναδρομή στο στούντιο και τους κλασσικούς δίσκους που ηχογραφήθηκαν εκεί. Έχουμε και λέμε: Neil Young-After the Goldrush, Fleetwood Mack-Fleetwood Mack, Dio-Holy Diver, Nirvnana-Nevermind, τα κλασσικά άλμπουμ των KYUSS, όλη η δισκογραφία των QOTSA, το Undertow των TOOL, το ομώνυμο των Rancid, το Iowa των Slipknot, το The Deep End των Madrugada, το The Hunter των Mastodon, το Why Can’t We Be Friends των War....αλλά και δίσκοι των  RHCP, των Metallica, του Tom Petty, της Mavis Staples, του Ry Cooder,  του Johny Cash, του Dr John και δεν μπορώ άλλο, η λίστα είναι τεράστια....

Τέλος πάντων, το ντοκυμαντέρ είναι γεμάτο από πολύ-πολύ αρχειακό υλικό από το πιο βρώμικο στούντιο στον κόσμο, στο οποίο όμως η ποιότητα ήχου έσκιζε, και στο οποίο όλοι ήθελαν να ηχογραφήσουν. Υπάρχουν πολλές συνεντεύξεις, τόσο των ανθρώπων που ηχογραφησαν εκεί, όσο και των ιδιοκτητών και των εργαζομένων, στις οποίες μαθαίνεις τις λεπτομέρειες μιας συναρπαστικής περιπέτειας, η οποία ξεκίνησε όταν ένας μουσικός από μια big band, αποφάσησε ότι πρέπει να δημιουργήσει κάτι ο ίδιος, και όχι να εκτελεί τις οδηγίες ενός μαέστρου.
Ιδανικό για κολλημένους-με-την-μουσική-μπάλα, αλλά θα αρέσει και σε ανθρώπους που βλέπουν την μουσική σαν κάτι που παίζει στα αυτία τους ως ήχος.

Wednesday, October 16, 2013

Coldwater.




Όταν κάνεις μια ταινία για το σοφρωνηστικό σύστημα, αναγκάστικά πρέπει να μιλάει και για την βία που υπάρχει μέσα σε αυτό. Ιδίως όταν δουλεύει πάνω σε ένα ζήτημα που έχει να κάνει με το βαθύτερα ιδιωτικοποιημένο σωφρονιστικό σύστημα στον κόσμο, αυτό των ΗΠΑ. Η ταινία δεν μιλά για τις φυλακές, αλλά για το σύστημα των ιδιωτικών αναμορφοτηρίων.  Υπάρχουν περίπου χίλιες τέτοιες μονάδες που είναι κομμάτι του σοφρωνιστικού συστήματος των ΗΠΑ,  οι οποίες βρίσκονται τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Οι περισσότερες από αυτές δεν μπορούν να ελεγθούν σωστά από τους αρμόδιους λειτουργούς και πολλές φορές λειτουργούν εξωδικαστικά, ή με την βοήθεια διεφθαρμένων δικαστικών, όπως ένας δικαστικός στο Ντέλαγουερ που βρισκόταν το payroll μιας τέτοιας εταιρίας, όπως είχε αποκαλυφτεί προ μηνών. Σε αυτές τις φυλακές στοιβάζονται μαζί έφηβοι με “προβληματική συμπεριφορά” (ομοφιλόφιλοι, παχύσαρκοι και ότι άλλο μπορεί να φανταστεί ο συντηριτικός νους), ποινικοί, τοξικοεξαρτημένοι και άτομα με ψυχικά νοσήματα, χωρίς να υπάρχει κανένας διαχωρισμός μεταξύ τους, ή καμία μέριμνα για τις ιδιαιτερότητες του καθενός και το που μπορεί να οδηγήσει τον καθένα η μια τέτοια κάθειρξη.  Πολλές φορές η φυλάκιση παρατείνεται για όσο θέλει η επιχείρηση, αφού πληρώνεται με τον μήνα από τις οικογένειες, οι οποίες συνήθως δεν έχουν την παραμικρή ιδέα για τα όσα γίνονται στα σωφρονηστικά υδρήματα αυτά. Πράγματα τα οποία μπορούν να περιλαμβάνουν βιασμούς, βασανιστήρια, εικονικές εκτελέσεις, κάκιστη ιατροφαρμακευτική φροντίδα, αυτοκτονίες και ότι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς, όταν αδιφάγες επιχειρήσεις αναθέτουν σε άπειρους, μη εκπαιδευμένους και κακοπληρωμένους φύλακες την φύλαξη εφήβων και παιδιών που αντιμετωπίζουν προβλήματα.

Οπότε, σε πείσμα των οπαδών του mantra “η βία είναι κακή και η ενασχόληση των νέων κινηματογραφιστών με αυτή είναι ανησυχιτική” , τουλάχιστον αυτή η ταινία (αλλά και πολλές άλλες) εμένα δεν με ανησυχεί. Και αυτό γιατί δείχνει την πραγματική βία ενός μεγάλου κομματιού μιας κοινωνίας η οποία βασίζεται όλο και περισσότερο στην καταστολή παρά στην πρόληψη των φαινομένων που τροφοδοτούν την νεανική παραβατικότητα, ή κάνουν ανθρώπους 15 και 16 χρόνων να έχουν τέτοιες “άγριες” συμπεριφορές.

Οι ερμηνίες είναι μετρημένες, με εξαίρεση τον διευθυντή των φυλακών, ο οποίος θυμίζει πολύ τον παρανοϊκό εκπαιδευτή του “Full Metal Jacket” . Ακόμα και η μοίρα του μοιάζει πολύ, πόσο μάλλον ο χαρακτήρας. Η σκηνοθεσία πάλι είναι απόλυτα ρεαλιστική, αν και οι περισσότερες σκηνές βίας φέρνουν στο μυαλό τόσο τον Κιούμπρικ, όσο και τον Ταραντίνο ή ακόμα και κάποιες από τις αγριότερες στιγμές του Σαμ Πέκινπα.

Thursday, October 10, 2013

Το ταμπούρλο





Μια από τις ομορφότερς ταινίες που μας έχει χαρίσει ο γερμανικός κινηματογράφος. Καλλιτεχνική διεύθυνση από έναν αγνώριστο (για εμάς τους νεότερους) Νίκο Περάκη, πάντα υπό τις οδηγίες του Φόλκερ Σλέντορφ, ενός από τους καλύτερους Γερμανούς σκηνοθέτες της γενιάς του. Φοβερά σκηνικά, πολύ καλα χωρογραφημένες σκηνές, έξοχο σάουντρακ και ένα σενάριο όπου χιούμορ, τραγωδία και σκληρή πραγματικότητα αναμειγνύονται έξοχα. Βέβαια την παράσταση κλέβει ο φοβερός πρωταγωνιστής, ο τότε δωδεκάχρονος, Ντέηβιντ Μπένεντ.  Μια σιωπιλή, κυρίως ερμηνεία, που βασίζεται στις κινήσεις και τις εκφράσεις του προσώπου του νεαρού Μπένεντ. Μόνο στις σκηνές με όπου συνδυαλέγεται με τους νάνους, μιλά κανονικά. Στις υπόλοιπες σκηνές η επικοινωνία του στηρίζεται σε χτυπήματα του ταμπούρλου, μερικές-σπασμένες φράσεις, νεύματα και, το βασικό του όπλο, μια στριγγλιά που σπάει οτιφήποτε σε μια ακτίνα μερικών μέτρων, και την οποία χρησιμοποιεί για να στρέψει την προσοχή των ενηλίκων στον εαυτό του. Και αυτό γιατί αν και γεννήθηκε με ένα ενήλικο μυαλό, στην ηλικία των τριών , και μετά από δική του απόφαση, σταμάτησε την σωματική του ανάπτυξη, σαν αντίδραση στον αλλοπρόσαλλο κόσμο των ενηλίκων, σε ένα Γκντάνσκ του μεσοπολέμου, το οποίο νιώθει την πίεση τόσο των ντόπιων όσο και των Γερμανών Ναζί.  Μόνο με την τελική ήττα των Ναζί θα αποφασίσει, ο πρωταγωνιστής, να μεγαλώσει.  Μία, όχι και τόσο πιστή, μεταφορά του ομώνυμου βιβλίου του Γκύντερ Γκρας,  που, παρ’όλες τις παρεκκλίσεις από την πρωτότυπη ιστορία, δεν χάνει το νόημα του πρωτότυπου, και διατηρεί την σεναριακή σπιρτάδα του βιβλίου.

Η ταινία προβλήθηκε στις "Νύχτες Πρεμιέρας", στα πλαίσια του τμήματος "Θυμάμαι άρα Υπάρχω". Και η μνήμη του πως γιγαντώνεται ο φασισμός και τι ανοιχτές πληγές αφήνει είναι κάτι που πρέπει να διατηρήσουμε.

Friday, October 04, 2013

Pussy Riot-A Punk Prayer



Μια ματιά στην Ρωσσία του Πούτιν, με αφορμή την υπόθεση των Pussy Riot, μια εισαγωγή στην performance art στη Ρωσσία αλλά και στην  Ρώσσικη κοινωνία.  Μιλούν δημοσιογράφοι, αντίπαλοι του Πούτιν, ακτιβιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αντιπροσωπευτικές φιγούρες της “άλλης πλευράς” (δηλαδή υπερσυντηριτικούς χριστιανούς), αλλά και φιγούρες της εκκλησίας. Και οι ίδιες οι Pussy Riot μιλούν στο ντοκυμαντέρ αυτό, μέσω αρχειακών πλάνων από τις δίκες και τα δρώμενα μέχρι και το σόου στον Καθεδρικό Nαό του Σωτήρος στην Μόσχα, για το οποίο τρία μέλη της κολλεκτίβας πέρασαν από δίκη (με την κατηγορία της υποκίνησης θρησκευτικού μίσους μετά χουλιγκανισμού), την στιγμή που το σόου στρεφόταν κατά του Πούτιν και των ανοιχτών σχέσεων του με τον Πατριάρχη Πασών των Ρωσιών Κύριλλο, πράγμα που συνιστά εμπλοκή της Εκκλησίας στην Ρώσικη Πολιτική, και ασκούσα κριτική για την επανένωση εκκλησίας-κράτους.

Πρόκειται για ένα ακόμη καλά προετοιμασμένο ντοκυμαντέρ, το οποίο είναι εφοδιασμένο με πολύ αρχειακό υλικό και παρέχει και αρκετές πληροφορίες; για το background όλης της ιστορίας, τη δράση των τριών μελών που συνελήφθησαν πριν την δημιουργία των Pussy Riot, υλικό από τις συγκεντρώσεις συμπαράστασης ανά την υφίλιο και πλάνα από τη δίκη στα οποία ακούγονται μαρτυρικές καταθέσεις, το κατηγορητήριο, αλλά και οι ειρωνικότατες και γεμάτες χιούμορ απολογίες των τριών κατηγορουμένων, που δείχνουν να αντιμετωπίζουν την δίκη ως μια φάρσα, δηλαδή όπως ακρυβώς ήταν.

Wednesday, October 02, 2013

Die Liebenden





Ο ναζισμός είναι ένα θέμα που ακόμα πονάει Γερμανούς και Αυστριακούς. Όμως, πολλές από τις πτυχές εκείνης της περιόδου, παραμένουν αφανείς. Όπως η εισδοχή Γερμανόφονων της Ρουμανίας στα SS και στον στρατό,  αλλά και ο ρόλος που έπαιζαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Με αυτό το θέμα ασχολείται και η παρούσα παραγωγή.  Μια νεαρή αναζητά την οικογενειακή της ιστορία, για να ανακαλύψει εάν ο παππούς της όντως συμμετείχε στην εξόντωση Εβραίων στο Άουσβιτς. Έτσι ξεκινά ένα μεγάλο ταξίδι αυτογνωσίας ανάμεσα σε Βερολίνο, Βιέννη ,Πολωνία και Τρανσυλβανία, που θα την οδηγήσει στην ανακάλυψη του οικογενειακού της παρελθόντος, την συμφιλίωση με αυτό, αλλά και στο να ξαναβρεθεί το νήμα της προσωπικής της ζωής, η οποία έχει σημαδευτεί από τα μυστικά και ψέμματα του παρελθόντος. Καλή ιδέα, όμορφα κινηματογραφιμένη αλλά με πάμπολες αφηγηματικές ατέλειες. Το σενάριο συχνά μοιάζει να κρατιέται από μια κλωστή, μιας και πολλά πράγματα αφήνονται στο σκοτάδι, και μάλλον όχι λόγω σκοπιμότητας, αλλά αδυναμίας του σεναριογράφου του ίδιου. Παρ’όλα αυτά βλέπεται πολύ ευχάριστα.

Tuesday, October 01, 2013

Η Ζωή της Αντέλ


ΟΚ Θα ξεκινήσω με δυο spoilers. Ένα. Η ταινία διαρκεί τρεις ώρες. Γεμάτες γεμάτες. Δύο. Στην ταινία υπάρχει τοποθέτηση (σε πολλές και διαφορετικές σκηνές) λεσβιακού σεξ. Δηλαδή η ταινία είναι ακατάλληλη για πάσης φύσεως ομοφοβικούς και λοιπούς συντηριτικούς. Παρακαλείστε να απομακρύνετε άτομα τέτοιας φύσεως από την αίθουσα πριν την αρχή της προβολής, αν θέλετε να αποφύγετε τα ευτράπελα.

Παρ’ολα αυτά. Η ταινία διαθέτει δύο από τις δυνατότερες ερμηνέυτριες που έχουν κυκλοφορήσει κατά Γαλλία μεριά τα τελευταία χρόνια. Επίσης υπάρχουν πολλές φορές που τα σκηνικά δένουν με το σενάριο, με έναν τρόπο ο οποίος κάνει τον θεατή να κολήσει. Επίσης υπάρχουν πολλές σεκάνς που δείχνουν μια ανυπέρβλητη ομορφιά, ιδίως από πλευράς φωτογραφίας. Όμως, το κλου της ταινίας είναι τρία πράγματα. Οι προσεγμένοι διάλογοι, το καλοδουλεμένο σενάριο, και οι δυνατές πρωταγωνίστριες. Ο κινηματογραφικός φακόςδείχνει ερωτευμένος και με τις δύο τους, και αυτές κινούνται με μεγάλη άνεση μπροστά απο αυτόν. Είναι λες και είναι πλασμένες για να κάνουν σινεμά, και διαθέτουν και οι δύο εκφραστικά πρόσωπα. Επίσης εμένα μου άρεσαν οι άψογα χορογραφημένες ερωτικές σκηνές (δίχως τις υπερβολές του πορνό, αλλά και χωρίς την “φλωριά” του hollywood), και το, τυπικά γαλλικό χούμορ σε αρκετές σκηνές. Μοναδικό αμάρτημα της ταινίας είναι η τεράστια διάρκεια, η οποία μπορεί να κουράσει

Thursday, September 26, 2013

Μαθήματα Αρμονίας




Ακραία φτώχεια, ακραία διαφθορά, ακραία καταστολή. Βασανιστήρια, τρέλα, bullying, αυταρχισμός. Καλώς ορίσατε στο Καζακστάν του Ναζαμπάγιεφ. Ένα Καζακστάν που μαστίζεται από αυτά τα προβλήματα, τα οποία φαίνονται ακόμα και στον μικρόκοσμο του σχολείου του πρωταγωνιστή. Ένας έφηβος, που προσπαθεί να φλερτάρει μια άλλη έφηβη, είναι από τους “απόβλητους” του σχολείου και κάνει παρέα με άλλους δύο “απροσάρμωστους. Δέχεται συνεχώς το bullying του αρχινταή του σχολείου, και της συμμορίας του, που είναι υπό τον έλεγχο δύο τελειόφοιτων που θα πάνε πανεπιστήμιο, μάλλον για να μάθουν να διευθύνουν τις επιχειρήσεις της μαφίας που βρίσκεται πίσω από αυτούς. Κινηματογραφικά πρόκςειται περί ενός δυσνόητου ποιήματος, με πολλά πλάνα με νεκρές φύσεις και συμβολισμούς (αλήθεια τι τρέλα έχει πιάσει τους σκηνοθέτες από τον αναπτυσσόμενο κόσμο με αυτά;). Δυστυχώς είναι μια εντελώς “φεστιβαλική’ ταινία, και αμφιβάλλω για το εάν και κατά πόσον θα βρει διανομέα στην Ελλάδα. Και εάν δε βρει θα είναι κρίμα.

SPRING BREAKERS



SPRING BREAKERS

Πόσο κάψιμο;

Επαναλαμβάνω. Πόσο κάψιμο

(με 25άρα γραμματοσειρά σε bold)

ΠΟΣΟ ΚΑΨΙΜΟ ΠΛΕΟΝ;


Σοβαρά τώρα. Ο Χάρμονι Κορίν  έβγαλε την μεγαλύτερη τρολιά της χρονιάς.  Γιατί αυτό το φιλμ μόνο ως τρολλιά μπορεί να ειδωθεί. Χαρακτήρες που είναι λες και έχουν βγει από βιντεοταινία γ διαλογής, αεροπλανικοί κάγκουρες, βυζια, βυζιά, ΒΥΖΙΑΑΑΑΑ, Μύκονοοοοος (εντάξει στην Αμερικάνικη εκδοχή της, aka Florida), όπλα, πρέζα κάθε λογής, σεξ-ο-θέαμα και φαλλοκρατία, που προσπαθεί να περαστεί ως σεξουαλική απελευθέρωση,  καφρίλα. Για να το αντέξετε πρέπει να έχετα αφήσει την σοβαρότητα στην είσοδο της αίθουσας.

Wednesday, September 25, 2013

Mummia: The Long Distance Revolutionary




Δημοσιογράφος, Ραδιοφωνατζής, Ακτιβιστής, Μαύρος, Μαύρος Πάνθηρας, Πατέρας, Αριστερός,Αγωνιστής, Σύζηγος, Αδερφός,Διανοούμενος,Συγγραφέας, Μελετητής, Κατάδικος. Μουμία Αμπού Τζαμάλ. Για αυτόν μιλάμε. Ίσως το καλύτερα τεκμηριωμένο ντοκυμαντέρ για μια προσωπικότητα που ενέπνευσε, δίχασε, αγωνίστηκε και αδικήθηκε όσο κανείς άλλος. Στην φυλακή για ένα αδίκημα που μάλλον δεν έκανε, μάλλον γιατί είχε μπει στο μάτι των αστυνομικών αρχών, των δικαστών και του πολιτικού κατεστημένου της Φιλαδέλφειας. Μαχώμενος δημοσιογράφος από τα μικράτα του, ξεκίνησε την καριέρα του γράφωντας σε έντυπα των Μαύρων Πανθήρων και συνέχισε στα τοπικά και στα εθνικής εμβέλειας ραδιόφωνα. Μια φωνή που σαγηνεύει, σπιρτάδα, υψηλό μορφωτικό επίπεδο, ικανότητα στο λέγειν, μαχητικότητα, και ετοιμότητα να κάνει το ρεπορτάζ του, ρεπορτάζ που έθετε στην υπηρεσία της μάχης απέναντι στο άδικο. Αυτά για τον ήρωα. 

Όσον αφορά το ντοκυμαντέρ τώρα. Από τα καλύτερα τεκμηριωμένα ντοκυμαντέρ που έχω δει ποτέ. Δεν στέκεται και πολύ στα γεγονότα που οδήγησαν στην φυλάκιση του, αλλά κάνει μια πολύ δυνατή δουλεία όσον αφορά την σκιαγράφιση του ίδιου και των “εχθρών” του, αν και οι τελευταίοι αρνήθηκαν να μιλήσουν μπροστά στην κάμερα. Επίσης είναι εφοδιασμένο με τόνους αρχειακού υλικού, εξηγεί πολύ καλά όχι μόνο το ποιος ήταν ο Αμπού Τζαμάλ, αλλά και τους λόγους που τον οδλήγησαν στο να γίνει πολιτικός ακτιβιστής. Το ντοκυμαντέρ πέρνει θέση για τα όσα γίνονται στην Αμερική ακόμα και τώρα, μέσα από τα λεγόμενα του Αμπού Τζαμάλ, αλλά και των άλλων συνεντευξιαζόμενων σε αυτό. Και ίσως αυτό να το κάνει αυτό που είναι. Το γεγονός ότι δεν διστάζει να πάρει θέση, ίσως κιόλας και την θέση που θα έπερνε ο ίδιος. Απέχει παρασάγγας από την αγιογραφία, είναι καλογυρισμένο έχει ένα δινατό σκριπτ  και βλέπεται ευχάριστα, χωρίς αυτό να είναι εις βάρος της κινηματογραφικής του ποιότητας.

NOTRES HEROES SONT MORTS




Βετεράνοι του πολέμου της Αλγερίας στο Παρίσι του ’60 επιβιώνουν ως κατσέρ. Η ασπρόμαυρη ταινία μας πάει στο μαγικό προσκήνιο του αθλήματος στα sixties αλλά και στο απείρως πεζότερο παρασκήνιο του . Μαφία, εκβιασμοί, στημένα παιχνίδια και παράνομα στοιχήματα, υπόκοσμος (και πιθανώς φασίστες της OAS). Οι δύο Κατσέρ της ιστορίας δεν αντέχουν τους ρόλους τους, και αποφασίζουν να τπους ανταλλάξουν χωρίς την γνώση και την έγκριση του αφεντικού, που ταυτόχρονα τους προπονεί και στήνει τα παιχνίδια τους. Δυνατή φωτογραφία, καλά χωρογραφημένες σκηνές, αλλά ασταθής ταινία. Το πρόβλημα είναι, και εδώ, οι ερμηνίες. Άλλες είναι περιττά στυλιζαρισμένες (ιδίως αυτές των μπράβων) και άλλες είναι ξύλινες (των κατσέρ). Επίσης πίσω από τις καλές ιδέες, κρύβεται ένα αρκετά αδύναμο σενάριο. Είναι ένα σενάριο που στέκεται μετέωρο ανάμεσα στο ψυχογράφημα των ηρώων και στην εξιστόρηση των όσων γίνονται, χωρίς να κάνει ούτε ένα βήμα προς οιαδήποτε κατεύθυνση. Αλλά είπαμε, το “και με τον αστυφύλαξ και με τον χωροφύλαξ” δεν λειτουργεί. Αυτό που χρειάζεται είναι τολμηρά και σίγουρα βήματα προς την μία ή την άλλη κατεύθυνση.

Kill your Darlings




Η πρώτη νιότη του Άλλεν Γκίνσμπεργκ, και το ταξίδι του προς την δόξα. Ή , έστω, η αρχή αυτού.  H γνωριμία του με τους πρωτεργάτες του κινήματος των μπητ ( Γουίλιαμ Μπάροουζ, Τζακ Κέρουακ, Λουσιέν Καρρ). Μπητάτο σάουντρακ που συνδυάζει την τζαζ της εποχής με τους......A Place to Bury Strangers και ερμηνίες με πολλά cojones από έναν αγνώριστο Ντανιελ Ράντκλιφ, τον Μπεν Φόστερ (η εμρηνεία του μοιάζει με αυτή του Benicio del Torro στο Fear and Loathing in Las Vegas) και τον Τζακ Φόστερ (λίγο Τζακ Νίκολσον στο εξυπνακίστικο, λίγο Τζώνυ Ντεπ στην τρέλα), και μια σκηνοθεσία που αλλάζει ταχύτητες με μαεστρία, ανάλογα με τις απαιτήσεις της κάθε σκηνής και ένα στήσιμο του σκηνικού που δείχνει ένα  ώριμο και έμπειρο σκηνοθέτη και σεναριογράφο (Τζων Κροκίδας), παρά το γεγονός ότι αυτή είναι μόλις η πρώτη ταινία μεγάλου μήκους στην οποία δουλεύει. Ακόμα και εάν παραβλέψει κανείς το γεγονός ότι αυτή είν αι η πρώτη ταινία, κρατήστε τα μάτια σας ανοιχτά για αυτόν τον σκηνοθέτη, έχω ένα προαίσθημα ότι θα μας σερβίρει και άλλα διαμαντάκια στο μέλλον.

Tuesday, September 24, 2013

Illusion




Το να τελειώνει μια ταινία και να βλέπεις το κοινό να προχωρεί σε ένα standing ovation, ιδίως σε φεστιβαλική προβολή, είναι κάτι το πολύ σπάνιο. Ιδίως όταν η ταινία το αξίζει. Χωρίς να δηλώνει καμία προσπάθεια για ανανέωση του είδους, το Illusion παραμένει ένα εξαιρετικό φιλμ νουάρ, που πατά πάνω στα χνάρια των Ντασιέλ Χάμμετ και  Σίντνευ Λιούμετ. Βέβαια υπάρχει και μία  σεναριακή αποκοτιά, η οποία βρίσκεται στην ύπαρξη της femme fatale, η οποία θα προκαλέσει έκπληξη. Πρωταγωνιστεί μια αέρινη Ζένυα Κάπλαν, αλλά και οι υπόλοιποι ρόλοι, που μπλέκουν τον πρωταγωνιστή, έναν ατσίδα του οικονομικού ρεπορτάζ, σε μια ιστορία με την μαφία  από την οποία δεν ξέρει εάν θα ξεφύγει. Σεναριακά το παιχνίδι παίζεται σε δύο ή και τρία ταμπλώ, όπου τα πλέγματα των σχέσεων ανάμεσα στους χαρακτήρες (κρυφά και φανερά), δείχνουν να κινούν μια υπόθεση που βρίσκεται σχεδόν στον αυτόματο. Την ιστορία ενός ανθρώπου που παρασύρεται, κομμάτι κομμάτι, στον σαγηνευτικό κόσμο της νύχτας.

Inch’ Allah




Μέχρι πότε μπορείς να είσαι ουδέτερος. Πότε παύεις να είσαι ένας ουδέτερος παρατηρητής. Η ταινία ακολουθεί μια γιατρό σε ΜΚΟ, που μοιράζει την ζωή της ανάμεσα στις Αραβικές και τις Ισραηλινές συνοικίες της Ιερουσαλήμ. Από την μία καταλαβαίνει το δράμα των παλαιστινίων, αλλά από την άλλη δεν θέλει να “τα σπάσει” με τους Ισραηλινούς γείτονες και τους εργοδότες της. Ασφικτυά και κάποια στιγμή θα σπάσει.  Ρεαλιστική φωτογραφία,  μια δυνατή πρωταγωνίστρια, μια ταινία που μοιάζει να έχει βγει κατευθείαν από τις φτωχογειτονιές της Ανατολικής Ιερουσαλήμ. Χωρίς περιττούς μελοδραματισμούς, αλλά με ερμηνίες που φαίνονται αμήχανες, κυρίως στους δεύτερους ρόλους.

Monday, September 23, 2013

Made In Israel





Το όνομα Άρι Φόλμαν, έχει γίνει βαρύ σαν ιστορία για ένα μεγάλο μέρος των φίλων του ευρωπαϊκού κινηματογράφου. Μετά το Βαλς με τον Μπασίρ ο Βόλμαν έγινε ένα household name στην Ευρώπη και αυτό σκοπεύει να μείνει. Οι διαθέσεις του Βόλμαν φαίνονται και από αυτή την ταινία, η οποία γυρίστηκε το 2001. Οι Ήρωες του Βόλμαν, δηλαδή ο τελευταίος επιζών Ναζί εγκληματίας πολέμου και οι διώκτες του  (ένας τρομπετίστας, δύο Παλαιστήνιοι μικροκακοπιοί, δύο Ρώσοι εκτελεστές και μια ομάδα μηχανόβιων), πηγαινοέρχονται ένα κυνηγητό, στα σχεδόν σουρρεαλιστικά υψώματα του Γκολάν (τα οποία έχουν μετατραπεί σε μια μάλλον “νεκρή ζώνη” μετά από μια ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ Ισραήλ και Συρίας), ενώ σερβίρονται γενναίες δόσεις μαύρου-κατάμαυρου χιούμορ και ένα τέλος που αφήνει πολλά να συζητηθούν. Ένα έξυπνο σενάριο (ο ναζί είναι επικυρηγμένος με ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό από έναν συναισθηματικό Εβραίο μαφιόζο που θέλει να εκδηκιθεί γιαλογαριασμό του πατέρα του-επιζώντα της Τρεμπλίνκα,  απάτες,μυστικά και ψέμματα που πετάγονται εκατέρωθεν), αλλά και ένα σχόλιο πάνω στο σύγχρονο Ισραήλ. Κατα καιρούς ασταθές σαν ταινία (οι πρωταγωνιστές είχαν μέτριες ερμηνίες ερμηνίες) , με κάμποσες αναληθοφανείς σκηνές, αλλά πολύ ευχάριστο

Sunday, September 22, 2013

Λιμουζίνα





Μια ταινία-ντελίριο από έναν νετλιριακό σκηνοθέτη. Σουρρεαλιστικό χιούμορ, σενάριο που μοιάζει με συρραφή από βινιέτες, σκηνές καθημερινής (και μη) τρέλας. Μια παρέα από το Παρίσι, αποφασίζει να κάνει ένα road trip στην Ελλάδα του σήμερα για να “ντρεσάρει” το καινούριο αυτοκίνητο της κοπέλας της παρέας, την οποία ζαχαρώνει ο ένας από την παρέα,  ένας ελληνόφωνος Γερμανός καλλιτέχνης. Στην πορεία της ταινίας εμφανίζονται Αμερικάνοι, Ισπανοί, Ιρλανδοί και λοιποί σωσίες γνωστών λογοτεχνών (λ.χ. ο Τάκης Σπυριδάκης ως Άρθουρ Μίλερ) οι οποίοι παραδόξως μιλούν τέλεια Ελληνικά. Το οπτικοακουστικό ντελίριο του Παναγιωτόπουλου (κυρίως το δεύτερο μιας και αυτή η ταινία κυρίως ακούγεται), μπορεί να μην είναι κάτι το εντελώς καινούριο για όσους τον παρακολουθούν (μια καριέρα που μετρά 40 χρόνια και έχει περάσει από σταθμούς όπως το Delivery, οι Τεμπέληδες της Εύφορης Κοιλάδας και τα Οποροφώρα της Αθήνας), αλλά, παρ’όλα αυτά βρίσκεται έτη φωτός μπροστά από ότι συμβαίνει στα Ελληνικά και ίσως Ευρωπαϊκά κινηματογραφικά δρώμενα.

12 'o' Clock Boys




Μια άλλη όψη των γκέτο της Βλατιμόρης. Νέοι άνθρωποι από τις πιο φτωχές συνοικίες, που κάθε Κυριακή πέρνουν τα κροσάκια και τις γουρούνες τους, και κάνουν βόλτες στο κέντρο της πόλης. Δηλαδή κάνουν επικίνδυνα ακροβατικά, ακραίες αλλά και στην εντέλεια χορογραφημένες σούζες, αλλά και “παιχνιδάκια” με την αστυνομία της πόλης. Οι νεαροί αυτοί ξεφεύγουν έτσι από την άσχημη και, μαύρη καθημερινότητα της ζωής στο γκέτο, αλλά και βρισκουν μια “θετική” διέξοδο για τον θυμό και το άγχος τους, , μια εναλλακτική απέναντι στις συμορίες και την βία. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι απέχουν από την μικροπαραβατικότητα. Στην διάρκεια του ντοκυμαντέρ κάποιος αντίπαλος “σουζάκιας” κλέβει την μηχανή ενός από τους “πρωταγωνιστές”. Ο πρωταγωνιστής τον εντοπίζει, και τον πληρώνει με το ίδιο νόμισμα. Το ντοκυμαντέρ είναι καλογυρισμένο, με πολύ αρχειακό υλικό, και μέσα από ένα μικρό αλλά έξυπνο σεναριακό εύρημα (την προσπάθεια ενός έφηβου να μπει στην ομάδα των 12 ‘o’ Clock Boys) αποκαλύπτονται όλες, σχεδόν, οι πτυχές του “μυστηρίου” που περιβάλλει την εν λόγω παρέα.

Friday, September 20, 2013

Η Νεκρανάσταση ενός μπαστάρδου




Να πω την αλήθεια δεν ξέρω και πολλά για το σινεμά της Μπενελούξ. Μόνο τις ταινίες των αδερφών Νταρντέν και κάμποσες ταινίες του Βερχόφεν (και αυτό εάν ο τελευταίος θεωρείται αντιπροσωπευτικό δείγμα). Για αυτό τον λόγο και ήμουν πολύ περίεργος για μια ταινία που φαινόταν μισοελκυστική από τον τίτλο της. 
Η ιστορία είναι πολύ απλή. Ο Ρόνι είναι ένας πραγματικός μπάσταρδος. Σαδιστής και παρτάκιας μέχρι εκεί που δεν πέρνει, χρησιμποιεί την μέγιστη δυνατή βία για να αποσπάσει αυτό που θέλει από τα θύματα του, και συμπεριφέρεται με περιφρόνηση απέναντι στους υφιστάμενους του.. Η μάλλον ήταν. Γιατί τώρα, ένα μήνα μετά την δολοφονία του, και έχωντας υψηλές ικανότητες όσον αφορά την διαίσθηση, φαίνεται να έχει αναθεωρήσει τις απόψεις του για την ζωή. Ο Ρόνι έχει αλλάξει, και έχει πάει σε μια κομόπολη του Ολλανδικού Βορρά για να το δείξει. Μεταφυσικές ανησυχίες, μεσαιωνικές και αφρικανικές δοξασίες, μαύρο χιούμορ, στιγμές από Ταραντίνο αλλά και άλλες που φέρνουν στο μυαλό τον Μπέργκμαν, καρτουνίστικοι χαρακτήρες και ένας ήρωας που, στην παλία του έκδοση, θα μπορούσε να είναι μια ψυχοπαθής ολλανδική έκδοση του Walter Sobchak (ναι του τρελού με τα όπλα από τον Μεγάλο Λεμπόφσκι). Σας φαίνεται παράξενο ή ασυνάρτητο; Και όμως γίνεται, κι όμως δουλεύει. O Guido van Driel έκανε μια ταινία που ταυτόχρονα βλέπεται ευχάριστα, αλλά ταυτόχρονα μπορεί να εκτιμηθεί από ένα καθαρά φεστιβαλικό κοινό.

Stand clear of the Sliding Doors





Δεκατριάχρονος γιος  Περουβιανής μετανάστριας στην Νέα Υόρκη , με ένα πατέρα- απώντα και μια αδερφή που βρίσκεται στην κορύφωση της εφηβείας της. Και σαν να μην έφταναν αυτά πάσχει και από μία αρκετά βαριά μορφή αυτισμού.  Η μάνα κάνει τα πάντα για να μπαίνει ένα εισόδημα στο σπίτι, και την ευθύνη για τον νεαρό έχει η αδερφή, η οποία ένα μεσημέρι ξεχνά να τον παραλάβει από το σχολείο. Έτσι ο νεαρός (ο οποίος κάνει και ένα φάνταστα άσχημο τριπ εξ αιτίας των χαπιών που πέρνει) χάνεται στο δαιδαλώδες μετρό της Νέας Υόρκης, και ξεκινά μια απίστευτη Οδύσσεια για την επιστροφή του στο σπίτι. Η οικογένεια τον ψάχνει παντού, ενώ ένας τυφώνας με το όνομα Σάντυ πλησιάζει την μεγαλούπολη.  Μια πολύ καλά γυρισμένη ταινία, με την κάμερα να κολάει πολλές φορές σε κάποιες λεπτομέρειες, λεπτομέρειες στις οποίες κάποιο άτομο που έχει αυτισμό θα κόλλαγε.  Η σκηνοθεσία και το σενάριο μοιάζουν σαν να έχουν σαν στόχο, όχι μόνο να πουν μια ιστορία , αλλά να μας δείξουν και την ανθρωπογεωγραφία της Νέας Υόρκης, και κυρίως των φτωχών της, μέσα από τους ανθρώπους που συναντούν τόσο ο ήρωας όσο και η οικογένεια του στην διάρκεια αυτής της Οδύσειας.